Κατανόηση απότομων γεγονότων και αλλαγών
Απότομα σημαίνει ξαφνικά ή απροσδόκητα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει ένα γεγονός ή μια αλλαγή που συμβαίνει χωρίς προειδοποίηση ή προετοιμασία.
Για παράδειγμα:
* Η απόφαση της εταιρείας να απολύσει το μισό προσωπικό της ήταν απότομη, αιφνιδιάζοντας τους πάντες.
* Η καταιγίδα άλλαξε κατεύθυνση απότομα, φεύγοντας μας με λίγο χρόνο για προετοιμασία.
* Τέρμασε τη σχέση απότομα, χωρίς καμία εξήγηση.



