Κατανόηση της Ασκοπότητας: Ορισμός, Συνώνυμα και Αντώνυμα
Άσκοπα μέσα χωρίς σαφή στόχο ή σκοπό. Directless.
Παράδειγμα: "Ένιωθε χαμένη και άσκοπη μετά την αποφοίτησή της από το κολέγιο, αβέβαιη για το τι να κάνει στη συνέχεια." :
* σκόπιμη
* κατευθυνόμενη
* προσανατολισμένη στο στόχο
* εστιασμένη
* αποφασισμένη
* σκόπιμη
* σκόπιμη



