Κατανόηση του Quaking: Ένας οδηγός για το νόημα και τη χρήση του
Το τρέμουλο είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του τρόμου ή του τρέμου, συχνά λόγω φόβου, άγχους ή άλλων ισχυρών συναισθημάτων. Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε μια κατάσταση δέους ή έκπληξης, σαν τα γόνατα κάποιου να τρέμουν ή να τρέμουν από ενθουσιασμό ή φόβο.
Με μια πιο αφηρημένη έννοια, το «τρέμισμα» μπορεί να αναφέρεται σε κάθε είδους έντονη ή συντριπτική εμπειρία που αφήνει ένα αίσθημα κλονισμένη ή αβέβαιη. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να πει ότι «τρέμονταν από τα γέλια» αφού έβλεπαν μια ιδιαίτερα αστεία ταινία ή ότι «τρέμονταν από φόβο» αφού βίωσαν ένα τραυματικό γεγονός.
Η ίδια η λέξη «σεισμός» προέρχεται από την παλιά αγγλική λέξη « cweccan», που σημαίνει «τρέμω» ή «κουνιέμαι». Με την πάροδο του χρόνου, αυτή η λέξη εξελίχθηκε σε "σεισμό", που μπορεί να αναφέρεται τόσο σε σωματικές όσο και σε συναισθηματικές καταστάσεις τρόμου ή τρέμου.



