Κατανόηση των Αποστολικών Διδασκαλιών και Πρακτικών στον Πρώιμο Χριστιανισμό
Αποστολικά σημαίνει που σχετίζεται ή προέρχεται από τους αποστόλους, τους αρχικούς δώδεκα μαθητές του Ιησού Χριστού που επιλέχθηκαν από αυτόν για να διαδώσουν τις διδασκαλίες του και να κάνουν θαύματα. Ο όρος μπορεί επίσης να αναφέρεται στις διδασκαλίες, τις πεποιθήσεις και τις πρακτικές που θεωρούνται σύμφωνες με τις διδασκαλίες των αποστόλων και των πρώιμων χριστιανικών κοινοτήτων που ίδρυσαν.
Με αυτή την έννοια, η αποστολική χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τις παραδόσεις, τη λειτουργία και το δόγμα της πρώιμης χριστιανικής Εκκλησίας, καθώς και η εξουσία και η ηγεσία των αποστόλων και των διαδόχων τους. Η ιδέα είναι ότι αυτές οι πρακτικές και πεποιθήσεις μεταβιβάστηκαν από τους αποστόλους και επομένως θεωρούνται θεόπνευστες και έγκυρες.
Για παράδειγμα, μια αποστολική εκκλησία μπορεί να είναι εκείνη που προσκολλάται στενά στις διδασκαλίες και τις πρακτικές της πρώιμης χριστιανικής Εκκλησίας, όπως π.χ. η χρήση της λειτουργικής λατρείας, ο εορτασμός της Θείας Ευχαριστίας και η έμφαση στην προσωπική αγιότητα και αφοσίωση στον Θεό. Μια αποστολική διακονία μπορεί να είναι αυτή που διευθύνεται από άτομα που θεωρείται ότι έχουν άμεση σχέση με τους αποστόλους και τις διδασκαλίες τους, όπως επίσκοποι ή άλλους εκκλησιαστικούς ηγέτες που θεωρούνται διάδοχοι των αποστόλων.



